ΝΕΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ (ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΙΚΟΥ) ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΟΥ ΔΙΑΖΥΓΙΟΥ
Με το νόμο 4509/2017 μεταβάλλεται η διαδικασία συναινετικού διαζυγίου (τροποποιηθέντων με το άρθρο 22 του νόμου των άρθρων 1438 και 1441 του Αστικού Κώδικα). Πλέον – δηλαδή από 22.12.2017 και μετά – η διαδικασία του συναινετικού διαζυγίου δεν είναι δικαστική, αλλά συμβολαιογραφική. Απαιτείται η υπογραφή από τους συζύγους συμφωνίας λύσης του γάμου και συμφωνίας ρύθμισης της επιμέλειας, επικοινωνίας και διατροφής των ανήλικων τέκνων (εφόσον υπάρχουν), υποβολή αυτών σε συμβολαιογράφο, που με πράξη του βεβαιώνει τη λύση του γάμου και επικυρώνει τις συμφωνίες, και κατάθεση της συμβολαιογραφικής πράξης στο αρμόδιο ληξιαρχείο. Πιο συγκεκριμένα, απαιτείται:
1. έγγραφη συμφωνία των συζύγων για τη λύση του γάμου, την οποία προσυπογράφουν οι δικηγόροι τους ή μόνον οι τελευταίοι, εφόσον έχουν εξουσιοδοτηθεί σχετικώς με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, η ημερομηνία του οποίου δεν πρέπει να απέχει πάνω από ένα μήνα από την υπογραφή της συμφωνίας λύσης του γάμου. Σε αντίθεση με το προϊσχύον καθεστώς, η νέα διάταξη
α. κάνει λόγο για παρουσία κατά την κατάρτιση της συμφωνίας πληρεξουσίου δικηγόρου για καθέναν από τους συζύγους, πράγμα που, κατά θεωρούμε πως σημαίνει ότι τα μέρη δεν μπορούν να εκπροσωπηθούν από κοινό δικηγόρο (ως γινόταν δεκτό στο παρελθόν).
β. δεν θέτει ως προϋπόθεση για την έκδοση συναινετικού διαζυγίου να έχει διαρκέσει ο γάμος τουλάχιστον έξι (6) μήνες.
γ. ορίζει πως η συμφωνία αυτή θα πρέπει να απέχει τουλάχιστον δέκα (10) ημέρες από την κατάρτιση της συμβολαιογραφικής πράξης λύσης του γάμου (βλ. κατωτέρω), πράγμα που αποδεικνύεται με τη θεώρηση του γνησίου της υπογραφής των συζύγων από τη Γραμματεία του Ειρηνοδικείου της έδρας του συμβολαιογράφου που θα καταρτίσει τη συμβολαιογραφική πράξη. Γεννάται το ερώτημα αν η ως άνω θεώρηση του γνησίου της υπογραφής θα απαιτείται σε κάθε περίπτωση, αλλά και για ποιο λόγο δεν επέλεξε ο νομοθέτης να συντάσσεται μία και μόνη συμφωνία, με την οποία θα ρυθμίζονταν όλα τα κρίσιμα ζητήματα (λύση γάμου, επιμέλεια, επικοινωνία, διατροφή τέκνων), ενώπιον του ασκούντος δημόσια εξουσία συμβολαιογράφου.
2. εφόσον υπάρχουν ανήλικα τέκνα, έγγραφη συμφωνία (χωριστή από τη συμφωνία λύσης του γάμου ή περιλαμβανόμενη στο ίδιο έγγραφο), με την οποία τα μέρη ρυθμίζουν τα της επιμέλειας, επικοινωνίας και διατροφής των τέκνων. Σε αντίθεση με το προϊσχύον καθεστώς
α. και η συμφωνία αυτή πρέπει να υπογράφεται από τους πληρεξουσίους δικηγόρους των μερών (με τους ίδιους όρους υπογραφής της συμφωνίας λύσης του γάμου),
β. στη συμφωνία αυτή θα πρέπει να ρυθμίζεται και το ζήτημα της διατροφής των τέκνων, πράγμα που ήταν προαιρετικό στο παρελθόν. Κατά την άποψή μας αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να συμφωνείται αναγκαίως ποσό καταβαλλομένης διατροφής, αλλά επιτρέπεται η συμφωνία μηδενικής διατροφής.
γ. η συμφωνία έχει ισχύ για τουλάχιστον δύο (2) έτη. Με το παλαιό καθεστώς η συμφωνία ίσχυε μέχρις ότου τα ζητήματα αυτά ρυθμισθούν δικαστικώς, εφόσον κάποιος των γονέων προσέφευγε στη Δικαιοσύνη. Τα μέρη, βεβαίως, μπορούν να ορίσουν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα ισχύος της συμφωνίας τους για την επιμέλεια, επικοινωνία και διατροφή των τέκνων, ενώ ρητώς ορίζεται στη νέα διάταξη ότι μετά τη λήξη ισχύος της συμφωνίας, τα μέρη – αντί να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη ή να εφαρμόσουν κάποια άτυπη μεταξύ τους συμφωνία – μπορούν να ρυθμίσουν εκ νέου τα εν λόγω ζητήματα με νέα συμφωνία, ακολουθώντας την ίδια διαδικασία (έγγραφη συμφωνία και συμβολαιογραφική επικύρωση, ως κατωτέρω).
3. κατάρτιση συμβολαιογραφικής πράξης (δέκα τουλάχιστον ημέρες μετά την υπογραφή της συμφωνίας λύσης του γάμου) με την οποία βεβαιώνεται η λύση του γάμου και επικυρώνονται οι ανωτέρω υπό §§1 και 2 συμφωνίες, που θα πρέπει να ενσωματωθούν στο συμβολαιογραφικό έγγραφο. Η συμβολαιογραφική πράξη υπογράφεται από τους συζύγους και τους πληρεξουσίους δικηγόρους τους ή μόνον από τους τελευταίους, εφόσον έχουν εξουσιοδοτηθεί σχετικώς με ειδικό συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, η ημερομηνία του οποίου δεν απέχει της κατάρτισης της συμβολαιογραφικής πράξης πάνω από ένα μήνα. Κατά το προϊσχύον καθεστώς, η λύση του γάμου και η επικύρωση των συμφωνιών των συζύγων γινόταν από το Μονομελές Πρωτοδικείο.
4. κατάθεση του συμβολαιογραφικού εγγράφου στο ληξιαρχείο όπου έχει καταχωρισθεί η σύσταση του γάμου, δια της οποίας επέρχεται και η λύση του γάμου. Με το προϊσχύον καθεστώς, η λύση του γάμου επερχόταν αφότου τα μέρη παραιτούνταν του δικαιώματος να ασκήσουν ένδικα μέσα (έφεση, αναίρεση, αναψηλάφηση) κατά της απόφασης κήρυξης της λύσης του γάμου, ανεξαρτήτως καταχώρισης ή μη στο ληξιαρχείο. Έτσι, με τη νέα ρύθμιση, αν τα μέρη αμελήσουν να καταθέσουν την συμβολαιογραφική πράξη λύσης του γάμου στο ληξιαρχείο, θα εξακολουθούν να είναι σύζυγοι (ενώ στο παρελθόν απλώς αδυνατούσαν να λάβουν ενημερωμένα πιστοποιητικά για την οικογενειακή τους κατάσταση και απειλούνταν με διοικητικό πρόστιμο καθυστερημένης υποβολής των δικαιολογητικών λύσης του γάμου στο ληξιαρχείο). Η συμβολαιογραφική πράξη με την οποία επικυρώνεται η συμφωνία για την επιμέλεια, την επικοινωνία και τη διατροφή των τέκνων είναι εκτελεστή (δηλαδή, μπορούν τα μέρη να εξαναγκασθούν να την εφαρμόσουν), όπως ίσχυε στο παρελθόν για τη δικαστική απόφαση λύσης του γάμου και επικύρωσης των συμφωνιών των συζύγων. Ρητώς δε ορίζεται ότι η παραβίαση της συμφωνίας για την επικοινωνία και τη διατροφή που κυρώθηκε συμβολαιογραφικώς διώκεται ποινικώς (σύμφωνα με το, επίσης, τροποποιηθέν – με το άρθρο 27 ν. 4509.2017 – άρθρο 358 του Ποινικού Κώδικα).
5. ειδικώς επί θρησκευτικού γάμου (προφανώς ο νομοθέτης εννοεί χριστιανικού) ορίζεται ως υποχρεωτική και η προηγούμενη πνευματική λύση του γάμου. Προς τούτο απαιτείται η υποβολή αίτησης στον αρμόδιο κατά τόπον Εισαγγελέα Πρωτοδικών με αντίγραφο της συμβολαιογραφικής πράξης λύσης του γάμου, ώστε ο Εισαγγελέας να παραγγείλει την (πνευματική) λύση του γάμου προς την Ιερά Μητρόπολη όπου ανήκει ο ναός όπου τελέστηκε ο γάμος. Δεν διευκρινίζεται στη νέα διάταξη αν η πνευματική λύση πρέπει να προηγηθεί της κατάθεσης στη συμβολαιογραφικής πράξης λύσης του γάμου στο ληξιαρχείο (με το παλαιό καθεστώς, κατά το οποίο τα ληξιαρχεία δεν παραλάμβαναν τα δικαιολογητικά λύσης του γάμου, αν δεν συνοδεύονταν από διαζευκτήριο εκδοθέν από την αρμόδια Μητρόπολη). Αν δεχθούμε, όμως, ότι η πνευματική λύση του γάμου αποτελεί προαπαιτούμενο για την καταχώριση της λύσης αυτού στο Ληξιαρχείο, η οποίο πλεόν δεν έχει δηλωτικό, αλλά συστατικό χαρακτήρα (με αυτήν, δηλαδή, επέρχεται η λύση), τότε η Εκκλησία αποκτά αρμοδιότητα ως προς την «κοσμική» λύση του γάμου, πράγμα που φρονούμε ότι δεν συνάδει προς τον διαχωρισμό Εκκλησίας – Κράτους.
Σημειώνεται πως η νέα διαδικασία δεν καταλαμβάνει εκκρεμείς αιτήσεις συναινετικού διαζυγίου που έχουν κατατεθεί μέχρι και την ισχύ του νόμου 4509/2017 (22.12.2017) στα δικαστήρια. Ως προς τις τελευταίες ισχύει η παλαιά διαδικασία. Ωστόσο, οι διάδικοι μπορούν να παραιτηθούν της κατατεθειμένης αιτήσεως και να ακολουθήσουν τη νέα (συμβολαιογραφική) διαδικασία. Η τελευταία είναι σίγουρα ταχύτερη (αφού δεν απαιτείται η αναμονή της δικασίμου και της εκδόσεως αποφάσεως). Απομένει να δούμε πως θα εφαρμοσθεί στην πράξη η νέα διαδικασία.
ΣΩΚΕΔ – 25.12.2017