Σωτήριος Καλαμίτσης

Εταιρεία Δικηγόρων

Σώρευση πλαγιαστικής αγωγής κατά ασφαλιστή – τρόπος άσκησης

Αρθρο 72 ΚΠολΔ: «Οι δανειστές έχουν δικαίωμα να ζητήσουν δικαστική προστασία ασκώντας τα δικαιώματα του οφειλέτη τους, εφόσον εκείνος δεν τα ασκεί, εκτός αν συνδέονται στενά με το πρόσωπό του»

Από την διάταξη του άρθρου 72 ΚΠολΔ προκύπτει ότι, όταν ο οφειλέτης δεν προβαίνει σε δικαστική άσκηση των δικαιωμάτων του, ο δανειστής μπορεί να ζητήσει δικαστική προστασία για λογαριασμό του ασκώντας αυτός τα δικαιώματα του οφειλέτη του, εκτός από εκείνα που έχουν στενό προσωποπαγή χαρακτήρα. Επίσης, είναι αυτονόητο ότι το δικαίωμα, το οποίο δεν ασκεί ο οφειλέτης, πρέπει να είναι κεκτημένο και απαιτητό. Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση για την άσκηση της πλαγιαστικής αγωγής είναι η γένεση της αξίωσης του οφειλέτη έναντι του υπόχρεου αυτού και η αδράνεια του τελευταίου.

Στις διαφορές εξ αυτοκινητικών ατυχημάτων είναι συχνή η άσκηση πλαγιαστικής αγωγής από τον παθόντα τρίτο κατά του ασφαλιστή όταν η ευθεία αξίωση κατά αυτού έχει παραγραφεί. Στην περίπτωση αυτή ο τρίτος μπορεί να ασκήσει κατά του ασφαλιστή πλαγιαστικά την αξίωση του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή από την σύμβαση ασφάλισης, εφόσον η τελευταία υπόκειται σε μεγαλύτερη παραγραφή. Απαραίτητη, όμως, προϋπόθεση για την άσκηση της πλαγιαστικής αυτής αγωγής είναι και πάλι η γένεση της αξίωσης του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή, η οποία γένεση κατά την κρατούσα άποψη, επέρχεται όταν ο τρίτος που ζημιώθηκε επιδώσει στον ασφαλισμένο τη σχετική αγωγή που ενεργοποιεί την ευθύνη του γιατί από τότε πραγματώνεται η ασφαλιστική περίπτωση (κίνδυνος), έστω και αν ακόμα δεν έχει συγκεκριμενοποιηθεί, με δικαστική διάγνωση ή εξώδικο καθορισμό, το ύψος της αξίωσης του ζημιωθέντος τρίτου. Περαιτέρω, απαραίτητη είναι και η αδράνεια του ασφαλισμένου να ασκήσει τα δικαιώματά του κατά του ασφαλιστή. Πριν από την επίδοση στον ασφαλισμένο της αγωγής του παθόντος δεν έχει γεννηθεί αξίωση του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή για καταβολή του ασφαλίσματος, και, συνεπώς, δεν μπορεί να νοηθεί καν αδράνεια ενός τέτοιου προσώπου, το οποίο ακόμη τότε δεν έχει αποκτήσει την ιδιότητα του δανειστή του ασφαλιστή του.

Μη επιτρεπτό σώρευσης:
Όταν, λοιπόν, ο παθών τρίτος, με το ίδιο δικόγραφο ασκεί ευθεία αγωγή κατά του υπόχρεου ασφαλισμένου και πλαγιαστική αγωγή κατά του ασφαλιστή κατά το άρθρο 72 ΚΠολΔ δεν προλαβαίνει να συντρέξει η κατά την τελευταία αυτή διάταξη προϋπόθεση της αδράνειας του οφειλέτη. Σε μια τέτοια περίπτωση η πλαγιαστική αγωγή ασκείται προώρως, ενόψει του ότι δεν έχει γεννηθεί ακόμη αξίωση του ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή, ούτε έχει επακολουθήσει αδράνεια του ασφαλισμένου που αποτελεί βασική προϋπόθεση για την άσκηση της πλαγιαστική αγωγής. [βλ. σχετικώς την πάγια νομολογία: ΕφΑθ 4952/2005 ΣΕπΣυγκΔ 2005, 573 , Εφ Δωδ 385/2005, ΕφΑθ 3030/2005 ΔΕΕ 2005.1193, Εφ Κρήτης 571/2004 ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2006.35, ΕφΠειρ 116/2004 ΔΕΕ 2004.921 – ΠΠρΚερκ 32/2003 ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2003,197 – ΜΠρΚορινθ. 53/2004 ΕΠΙΔΙΚΙΑ 2004.277 – ΜπρΘες 11629/2004 Αρμ 2005.255- ΕφΑθ 6044/2002 ΔΕΕ 2003, 311 – ΕφΑθ 4959/2001 NOMOS, ΕφΑθ 9395/2000 Δνη 2001, 447, EφΑθ 2152/1990 Δικη/1991 σελ 125 – ΕφΑθ 7854/2001 ΕλΔνη 2002, 172, ΕΕμπΔ 2003, 368 – ΕφΑθ 5618/2001 ΕΕμπΔ 2003, 366, ΕλΔνη 2003, 197].
Εν κατακλείδι, λοιπόν, η πλαγιαστική αγωγή του ζημιωθέντος τρίτου θα πρέπει να ασκείται με ξεχωριστό δικόγραφο και όχι να σωρεύεται στο ίδιο δικόγραφο με την ευθεία κατά του ασφαλισμένου αγωγή.

Αντίθετη άποψη – επιτρεπτό σώρευσης υπό προϋποθέσεις (κρατούσα)
Σε κάθε περίπτωση, και αν ακόμη κριθεί ως επιτρεπτή η σώρευση ευθείας και πλαγιαστικής αγωγής στο ίδιο δικόγραφο, προϋπόθεση για το παραδεκτό της πλαγιαστικής αγωγής είναι α) να προηγηθεί η επίδοση του δικογράφου στον ασφαλισμένο, ώστε να ολοκληρωθεί η άσκηση της ευθείας αγωγής και άρα να γεννηθεί η αξίωση τού ασφαλισμένου κατά του ασφαλιστή [ΑΠ 1656/2002 ΕπΣυγκΔ 2004, 599 – ΕφΑθ 7854/2001 ΕλΔνη 43, 171 – ΕΑ 5618/2001 ΕΕμπΔ 2003, 366 – ΕιρΑθ 245/2004 ΑρχΝομ 2004, 387, ΕφΛαμίας 8981/1998 ΕλΔνη 2001, 760, Εφ ΑΘ 2037/2005 (αδημ.), Εφ Πειρ. 258/2001 ΕΕΜπΔ 2001, 523, Εφ ΑΘ 7562/93 ΕλλΔνη 36.1595 καθώς και ΜονΠρωτ Αθηνών 4680/2005 (αδημ. Victoria 774393) ΠολΠρωΑθ 2666/2006 (αδημ.), Ειρ Αθ 434/2003 (αδημ. Εccl. 98498) ΜΠΑ 1162/2005 (αδημ. V/I 65390-7)], και β) μεταξύ των δύο επιδόσεων, σε ασφαλιζόμενο και ασφαλιστή, να μεσολαβεί διάστημα ικανό για τη διαπίστωση αδράνειας [ΕιρΑθ 245/2004 ΑρχΝομ 2004,387].

Ωστόσο με την ΑΠ 69/2011[Νομικά Χρονικά 2011,τεύχος 66] γίνεται δεκτό ότι η σώρευση είναι επιτρεπτή και σημειώνεται ότι: «Δεν έχει ιδιαίτερη σημασία το χρονικό σημείο επίδοσης της αγωγής στο υπόχρεο ασφαλισμένο. Αρκεί η επίδοση του δικογράφου της αγωγής στον ασφαλισμένο να έχει γίνει κατά το χρόνο εκδίκασης των αγωγών στο δικαστήριο (ΑΠ 1776/2008,398/2007).»

ΣΩ.Κ.Ε.Δ.
15.07.2011